Οι ενήλικες έχουν σημαδέψει τα παιδιά, με τις φοβίες που έχουν για τον οδοντίατρο. Οι φοβίες των παιδιών έχουν τη ρίζα τους στην παιδική ηλικία των γονιών τους. Το παιδί μπορεί να ακούσει τη μαμά του να λέει ότι πόνεσε στον οδοντίατρο όταν ήταν μικρή ή ότι χτύπησε και τραυμάτισε τα δόντια της, μπορεί το αδελφάκι του να είχε τραυματική εμπειρία. Αυτά αρκούν για να κάνουν τη ζημιά.
Τί κάνουμε και φοβίζουμε το παιδί πριν καν επισκεφθούμε τον οδοντίατρο;
Το στόμα είναι μία πολύ προσωπική περιοχή. Το παιδί ενοχλείται όταν βγαίνουν τα δεύτερά του δόντια, οπότε εάν συμβεί και κανένας μικροτραυματισμός και έχει αίμα στο στόμα, οι μητέρες τρομάζουν, φωνάζουν και έτσι τρομοκρατούν ακόμη περισσότερο το παιδί. Οπότε το παιδί ακούγοντας τη λέξη αίμα, πανικοβάλλεται, με αποτέλεσμα μεγαλώνοντας να μη μπορεί να ανεχτεί τη θέα του αίματος και κατ’ επέκταση να μη θέλει να επισκεφτεί οδοντίατρο.
Υπάρχει και άλλος τρόπος να τρομοκρατηθούν τα παιδιά, με την ένεση! Πολλές φορές οι γονείς ή άλλοι κοντινοί συγγενείς, χρησιμοποιούν την ένεση σαν απειλή για να είναι ήσυχο και υπάκουο το παιδί, με καταστροφικές συνέπειες βέβαια για την επίσκεψή του όχι μόνο στον οδοντίατρο, αλλά και σε οποιοδήποτε γιατρό. Οπότε όταν το παιδί πηγαίνει στον οδοντίατρο και γνωρίζει ότι πιθανόν θα ακολουθήσει ένεση, είναι ήδη τρομοκρατημένο.
Η ώρα της επίσκεψης! Τι κάνουμε;
1η επίσκεψη
Συμβαίνει συχνά η μαμά να τραβά το παιδί από το χέρι για να μπει στο ιατρείο. Το σωστό είναι, το παιδί πρώτα να πηγαίνει στον χώρο υποδοχής και από εκεί στο γραφείο του οδοντίατρου, όπου χαλαρώνει, διότι βλέπει ότι δεν υπάρχει τίποτε το τρομακτικό. Εκεί, μέσα από τη συζήτηση το παιδί πείθεται ότι ο γιατρός ενδιαφέρεται πρωτίστως για την υγεία του και για την οικογένειά του και έτσι εφησυχάζει. Ο γιατρός ενημερώνει το παιδί ότι στην πρώτη επίσκεψή του δεν θα γίνει καμία εργασία στο στόμα του, απλά ενημέρωση και συζήτηση.
Περνά λοιπόν μέσα στο ιατρείο. Τα περισσότερα παιδιά μόλις μπουν στο ιατρείο, αρχίζουν να κλαίνε και να φωνάζουν. Ο γιατρός τότε λέει ότι «τα μικρά παιδιά είναι λογικό να κλαίνε και να φωνάζουν, αλλά υπάρχει ένας κανόνας στο ιατρείο. Όποιο παιδί κλαίει και φωνάζει, οι γονείς του βγαίνουν έξω». Ο γιατρός λέει ότι δε θέλει να βγουν οι γονείς έξω, ίσα-ίσα θα πρέπει να μείνουν και να καμαρώσουν το παιδί τους που δεν είναι τόσο μικρό, ώστε να κλαίει και να φωνάζει. Κανένα παιδί δε θέλει να ακούει ότι είναι μικρό! Οπότε βγαίνουν οι γονείς έξω μέχρι να ηρεμήσει το παιδί και να καταλάβει ότι στο χώρο του ιατρείου, τον πρώτο λόγο έχει ο γιατρός, ο οποίος δε θέλει να τον πονέσει, ίσα-ίσα θέλει να έχει ένα στόμα υγιές, χωρίς προβλήματα.
Μετά ξαναμπαίνουν οι γονείς μέσα, εάν όμως ξαναρχίσει τα κλάματα, οι γονείς βγαίνουν ξανά έξω. Λογικά τότε σταματούν τα κλάματα, έχει μάθει να συμπεριφέρεται και ακολουθεί κατά γράμμα τις οδηγίες του γιατρού και οι γονείς καμαρώνουν το παιδί τους που έχει μεγαλώσει!
Για το παιδί η όλη διαδικασία είναι ένα ισχυρό τονωτικό για την αυτοπεποίθησή του, διότι νοιώθει ότι μπόρεσε να ξεπεράσει μία φοβία που είχε και άρα μπορεί να το διηγηθεί με καμάρι την επόμενη μέρα στους φίλους του. Επίσης, αυτό το γεγονός το κάνει να νοιώθει αυξημένη σιγουριά ότι θα τα καταφέρει και με άλλες δυσκολίες και φόβους που μπορεί να νοιώθει.
Υπάρχουν λοιπόν κάποιες τεχνικές ψυχολογίας που βοηθούν, ώστε η πρώτη επίσκεψη να είναι πετυχημένηκαι ακολουθεί το σχέδιο θεραπείας που θα εφαρμοστεί σε άλλη επίσκεψη.
Τελειώνοντας την πρώτη επίσκεψη, ο γιατρός δίνει ένα δωράκι ανάλογα με το φύλο του παιδιού, επιβραβεύοντας την καλή του συμπεριφορά. Ο γιατρός πρέπει να είναι σοβαρός, ώστε να περάσει το μήνυμα ότι εδώ «δεν παίζουμε», να μη λέει ψέματα και να κερδίσει τον σεβασμό του παιδιού.
2η επίσκεψη
Στη δεύτερη επίσκεψη, το πιο δύσκολο είναι να μπορέσει ο γιατρός να προχωρήσει στην αναισθησία ανώδυνα. Το παιδί δεν πρέπει να δει ποτέ την βελόνα. Υπάρχουν κάποιες τεχνικές λεκτικού αποπροσανατολισμού, π.χ. ο γιατρός ρωτά «Χθες (όχι σήμερα!) το πρωί ήπιες γάλα;»
To παιδί γυρίζει τα μάτια του προς τα πάνω για να σκεφτεί και τότε ο γιατρός του κάνει την ένεση αιφνιδιαστικά. Από έρευνες που έχουν γίνει στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας, έχει αποδειχτεί ότι η ενόχληση είναι ελάχιστη, με την τακτική του αιφνιδιασμού.
Το μυστικό είναι, η έγχυση του υλικού στον βλεννογόνο του παιδιού να γίνει πολύ αργά, ώστε να αρχίσει να μουδιάζει η περιοχή σταδιακά. Επίσης σημαντικός είναι και ο τόνος της φωνής του γιατρού. Πρέπει να είναι επιτακτικός όταν το παιδί αντιδρά και καταπραϋντικός όταν το παιδί είναι ήρεμο και δε φοβάται.
Ειδικές περιπτώσεις
Υπάρχουν όμως και παιδιά που δεν έρχονται για πρώτη φορά στον οδοντίατρο, αλλά έχουν ήδη ταλαιπωρηθεί. Σε αυτή την περίπτωση χρειάζεται μεγαλύτερη προσπάθεια. Επίσης υπάρχουν αυτιστικά παιδιά, παιδιά με νοητική υστέρηση, παιδιά με διάφορα σύνδρομα ή ψυχωτικά προβλήματα. Σε τέτοιες περιπτώσεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν και άλλες μέθοδοι όπως μέθη ή γενική αναισθησία.
Το δύσκολο είναι εκτός από την οδοντική αποκατάσταση, να ξεπεραστεί και ο ενδεχόμενος φόβος και να μην φτάνει κάποιος σε ηλικία 30 ετών (ναι, υπάρχουν και τέτοιες περιπτώσεις!) και να μην έχει επισκεφτεί ποτέ του οδοντίατρο.
Στόχος του ιατρού είναι η εκπαίδευση και η πρόληψη, ώστε ο ασθενής να μην τον χρειάζεται!